Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σύστημα καστών της Ινδίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Γκάντι επισκέπτεται τη Μαντράς (πλέον Τσενάι) το 1933 σε μια περιοδεία σε όλη την Ινδία για τα δικαιώματα των Ντάλιτ ("Ανέγγιχτοι" – ο Γκάντι χρησιμοποιούσε τον όρο Χαριτζάν). Οι ομιλίες του κατά τη διάρκεια αυτών των περιοδειών και τα συγγράμματά του έθιγαν το ζήτημα των διακρίσεων εις βάρος των κατώτερων καστών της Ινδίας.

Το σύστημα καστών στην Ινδία αποτελεί την κατ' εξοχήν περίπτωση καστών. Έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ινδία και υποβλήθηκε σε διαδοχικές μεταβολές από διάφορες κυρίαρχες ελίτ στη μεσαιωνική, πρώιμη νεωτερική και σύγχρονη Ινδία, ειδικά στη Μογγολική αυτοκρατορία της Ινδίας και στις Βρετανικές Ινδίες.[1] [2] [3] [4] Είναι σήμερα η βάση του συστήματος εκπαιδευτικών και επαγγελματικών θέσεων στην Ινδία.[5] Το σύστημα καστών αποτελείται από δύο διαφορετικές έννοιες, το βάρνα και το τζάτι, οι οποίες μπορούν να εκληφθούν ως διαφορετικά επίπεδα ανάλυσης αυτού του συστήματος.

Το σύστημα καστών, όπως υπάρχει σήμερα, θεωρείται ότι είναι αποτέλεσμα των εξελίξεων κατά την κατάρρευση της εποχής του Μογγόλων και την άνοδο του βρετανικού αποικιακού καθεστώτος στην Ινδία.[1] [2] Η κατάρρευση της εποχής των Μογγόλων συνέπεσε με την άνοδο στην εξουσία ισχυρών ανδρών οι οποίοι συσχέτιζαν τους εαυτούς τους με βασιλιάδες, ιερείς και ασκητές, εγκρίνοντας έτσι τη βασιλική και πολεμική μορφή του ιδανικού της κάστας, αναδιαμορφώνοντας παράλληλα πολλές φαινομενικά εκτός κάστας κοινωνικές ομάδες σε διαφοροποιημένες κοινότητες καστών.[2] Η βρετανική αποικιοκρατία ανέπτυξε περαιτέρω αυτήν τη διαδικασία, αναδεικνύοντας την άκαμπτη οργάνωση των καστών σε κεντρικό μηχανισμό της διοίκησης.[2] Μεταξύ του 1860 και του 1920, οι Βρετανοί διαχώριζαν τους Ινδούς με κριτήριο την κάστα τους, χορηγώντας διοικητικές θέσεις και ανώτερα αξιώματα μόνο σε χριστιανούς και άτομα που ανήκαν σε συγκεκριμένες κάστες.[6] Οι κοινωνικές αναταραχές κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 οδήγησαν σε αλλαγή αυτής της πολιτικής.[7] Από τότε, η αποικιοκρατική κυβέρνηση άρχισε μια πολιτική διαχωρισμού συνδυασμένου με "θετικές δράσεις" (affirmative action), προορίζοντας ένα ορισμένο ποσοστό κυβερνητικών θέσεων εργασίας για τις κατώτερες κάστες. Το 1948, η αρνητική διάκριση βάσει της κάστας απαγορεύτηκε δια νόμου και κατοχυρώθηκε περαιτέρω στο Ινδικό Σύνταγμα, ωστόσο το σύστημα συνεχίζεται να εφαρμόζεται στην Ινδία με καταστροφικές συνέπειες για την κοινωνία.

Διακρίσεις βάσει της κάστας έχουν εφαρμοστεί και σε άλλες περιοχές και θρησκείες της ινδικής υποηπείρου, όπως στον βουδισμό του Νεπάλ,[8] τον Χριστιανισμό, το Ισλάμ, τον Ιουδαϊσμό και τον Σιχισμό.[9] Έχει αμφισβητηθεί από πολλά μεταρρυθμιστικά ινδουιστικά κινήματα,[10] από το Ισλάμ, τον Σιχισμό, τον Χριστιανισμό,[9] καθώς επίσης και από τον σύγχρονο ινδικό Βουδισμό.[11]

  1. 1,0 1,1 de Zwart (2000).
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Bayly (2001).
  3. St. John (2012).
  4. Sathaye (2015).
  5. «What is India's caste system?» (στα αγγλικά). BBC News. 25 February 2016. https://www.bbc.com/news/world-asia-india-35650616. Ανακτήθηκε στις 27 May 2017. «Independent India's constitution banned discrimination on the basis of caste, and, in an attempt to correct historical injustices and provide a level playing field to the traditionally disadvantaged, the authorities announced quotas in government jobs and educational institutions for scheduled castes and tribes, the lowest in the caste hierarchy, in 1950.» 
  6. Jawaharlal Nehru (2004). The discovery of India. New Delhi: Penguin Books. ISBN 0670058017. 
  7. Dirks (2001b).
  8. LeVine, Sarah (2009). Rebuilding Buddhism: The Theravada Movement in Twentieth-Century Nepal. Harvard University Press. σελ. 21. ISBN 978-0-674-02554-7. 
  9. 9,0 9,1 Cohen (2001).
  10. Dirks (2001a).
  11. Omvedt, Gail (2014). Buddhism in India: Challenging Brahmanism and Caste. Sage Classics. σελ. 252. ISBN 978-81-321-1028-6.